- αφήγημα
- Λογοτεχνικό είδος του πεζού λόγου. Όπως φανερώνει και η ονομασία του, συγγενεύει περισσότερο με το διήγημα. Υπάρχουν όμως μεταξύ τους βασικές διαφορές. Το διήγημα έχει καθιερωθεί ως συγκεκριμένο είδος του γραπτού λόγου, παρότι που ως όρος δίνει την εντύπωση ότι είναι κάτι που το διηγείται κανένας. Το κείμενό του έχει αυστηρή διάταξη και καθορισμένη μορφή. Αντίθετα το α. λειτουργεί πάντα ως προφορικός λόγος και παρουσιάζει χαλαρότητα, επιτρέπει δηλαδή στον αφηγητή να χρησιμοποιήσει όποια φράση νομίζει εκείνος πιο κατάλληλη για να δώσει ζωντάνια στην αφήγησή του. Η αξία της αφήγησης σχετίζεται άμεσα με την ευφράδεια και την παραστατικότητα του αφηγητή. Ο μόνος περιορισμός που υπάρχει στο α. είναι η προσήλωση στη βασική ιδέα, αυτήν που αποτελεί τον σκελετό του. Το περιεχόμενό του περιλαμβάνει κατά κανόνα κάποιο περιστατικό με απλή δράση, χωρίς ψυχολογικές ή συναισθηματικές διεισδύσεις και απευθύνεται σε ακροατήριο απλών ανθρώπων, χωρίς απαιτήσεις ιδιαίτερου προβληματισμού. Αυτό όμως δεν αποκλείει να έχει και κάποιο μήνυμα ή δίδαγμα. Οι ομοιότητες ανάμεσα στο α. και το διήγημα είναι ότι και τα δύο παρουσιάζουν, μέσα σε μικρή έκταση, ένα ολοκληρωμένο νόημα. Στα α. περιλαμβάνονται οι διάφορες προφορικές εξιστορήσεις, από συνηθισμένα περιστατικά εως τα ιστορικά γεγονότα. Περιλαμβάνονται ακόμα και τα ανέκδοτα, τα παραμύθια, ο θρύλοι, οι παραβολές και άλλες σχετικές εξιστορήσεις, με την προϋπόθεση ότι δεν έχουν μετατραπεί σε άλλο λογοτεχνικό είδος (οι θρύλοι σε έμμετρο λόγο).
* * *το (AM ἀφήγημα)ό,τι αφηγείται κανείς σε προφορικό ή γραπτό λόγοαρχ.καθοδήγηση.
Dictionary of Greek. 2013.